Η πρώτη ελληνική όπερα αξιώσεων του 20ου αιώνα υπήρξε έργο του Κεφαλλονίτη μουσουργού και ιδρυτή - μαζί με τον Λουδοβίκο Σπινέλι- του Γ ‘ Ελληνικού μελοδράματος , Διονυσίου Λαυράγκα (1860-1941). Πρόκειται για την τετράπρακτη λυρική τραγωδία «Διδώ», σε λιμπρέττο βασισμένο στην ομώνυμη θεατρική τραγωδία του Πολύβιου Δημητρακόπουλου, που έκανε πρεμιέρα στις 19-04-1909 στο Δημοτικό Θέατρο Αθηνών με πρωταγωνιστές εκλεκτά μέλη του Γ’ Ελληνικού μελοδράματος το οποίο, όπως είναι γνωστό, προετοίμασε το έδαφος για την ίδρυση της Εθνικής Λυρικής Σκηνής το 1939. Τους ρόλους του έργου, που ηταν μια ελεύθερη διασκευή ενός επεισοδίου από την Αινιάδα του Βιργίλιου, ερμήνευσαν οι εξής καλλιτέχνες : Διδώ η υψίφωνος Ελένη Θεοδωρίδου-Βλαχοπούλου, Αινείας ο τενόρος Γιώργος Χατζηλουκάς, Άννα η υψίφωνος Βικτωρία Θεοδωρίδου, Αχάτης ο βαρύτονος Κωστας Βακαρέλλης, Ανθεύς ο βαθύφωνος Μιχάλης Βλαχόπουλος και Άγγελος ο βαθύφωνος Νίκος Χατζηαποστόλου.
Τα ενδεχομένως άγνωστα αυτά ονόματα στους σημερινούς ακροατές, ανήκουν σε εκλεκτούς λυρικούς ερμηνευτές που μοιράστηκαν το καλλιτεχνικό όραμα του Λαυράγκα για τη δημιουργία ενός μελοδραματικού θιάσου αξιώσεων, και το στήριξαν σχεδόν από τα πρώτα του βήματα. Ο Κώστας Βακαρέλλης, ο Γιώργος Χατζηλουκάς και ο Μιχάλης Βλαχόπουλος, μέλη τότε της Ανακτορικής Χορωδίας, ήταν οι πρώτοι που συγκρότησαν τον πυρήνα του Γ’ Ελληνικού Μελοδράματος το 1898, ενώ ο Βλαχόπουλος υπήρξε για ένα διάστημα και χρηματοδότης του. Οι δε καταγόμενες από την Οδησσό αδελφές Ελένη και Βικτωρία Θεοδωρίδου που σπούδαζαν στο Μιλάνο, ήρθαν με μετάκληση του Λαυράγκα στην Αθήνα το 1902, και όταν ανέβηκε η «Διδώ», η Ελένη είχε γίνει ήδη σύζυγος του Βλαχόπουλου με τον οποίο απέκτησαν την μοναχοκόρη τους και μετέπειτα πρωταγωνίστρια της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, Ζωή Βλαχοπούλου. Οσο για τον Νίκο Χατζηαποστόλου, λίγοι γνωρίζουν οτι πριν συνθέσει τις δημοφιλείς οπερέττες του ήταν μέλος της Χορωδίας του Ελληνικού Μελοδράματος και στη «Διδώ» έκανε την πρώτη και τελευταία του εμφάνιση στη σκηνή με ρόλο. Αξίζει επίσης να επισημανθεί ότι ο Μιχάλης Βλαχόπουλος που είχε σπουδάσει ζωγραφική με τον Νικηφόρο Λύτρα, είχε σχεδιάσει τα σκηνικά της παράστασης αλλά και τα κοστούμια, επιβλέποντας ο ίδιος προσωπικά την εκτέλεσή τους.
Ο Λαυράγκας στα Απομνημονεύματά του, που εκδόθηκαν το 1939, περιγράφει ως εξής την πρεμιέρα : «Από νωρίς ο κόσμος ειχε γεμίσει το Δημοτικό Θέατρο και όλα τα θεωρεία ήταν υπερπλήρη. Η Διδώ ήταν το πρώτο μου έργο μεγάλων διαστάσεων και επιβολής, Γκράντ Οπερά όπως λέμε στη θεατρική γλώσσα, και η μουσική μου, μολονότι ήταν όχι εύκολης αντίληψης είχε συναρπάσει το κοινό. Όχι μόνο χειροκροτήθηκαν ενθουσιωδώς όλα τα κομμάτια, αλλά μου ζητήθηκε με κραυγές και ζήτω, η επανάληψη ολόκληρου του φινάλε της πρώτης πράξης και η ερωτική διωδία της δεύτερης.Η επιτυχία ήταν πλήρης, αφάνταστη, μεγαλειώδης που παρά την αισιοδοξία μου δεν φανταζόμουν παρόμοια.Την επομένη σύσσωμος σχεδόν ο Τύπος πανηγύρισε το καλλιτεχνικό γεγονός» .
Ο Βέλγος αρχιμουσικός Armand Marsick, τότε διευθυντής της Ορχήστρας του Ωδείου Αθηνών, έγραψε κριτική του έργου σε δίστηλο άρθρο του στη γαλλόφωνη εφημερίδα «Le Monde Hellenique» το οποίο δημοσιεύθηκε κατόπιν μεταφρασμένο, στην εφημερίδα «Αθήναι » του Γεωργίου Πωπ.
Η όπερα από την ηρωίδα της οποίας ο Λαυράγκας ονόμασε την μοναχοκόρη του Διδώ, παρουσιάστηκε την ίδια χρονιά στην Κέρκυρα, και αργότερα στην Κωνσταντινούπολη, στη Βράϊλα της Ρουμανίας, στην Κεφαλλονιά και ξανά στην Κέρκυρα και στην Αθήνα, πάντοτε με μεγάλη επιτυχία και με συγκινητικές εκδηλώσεις εκ μέρους του κοινού.To 1919 μετά την πανηγυρική συναυλία προς τιμήν της 25ετηρίδας του Λαυράγκα στο Δημοτικό Θέατρο Αθηνών, στην οποία η υψίφωνος Νίνα Φωκά ερμήνευσε μία άρια της όπερας, ο κριτικός του περιοδικού «Πινακοθήκη» έγραψε ότι «το έργον αυτό του κυρίου Λαυράγκα υπήρξε ανώτερον όχι μόνον όλων των ιδικών του, αλλά και όλης της μουσικής παραγωγής εν Ελλάδι».
Το 1930, μετά το ανέβασμά της στο θέατρο Ολύμπια με ερμηνευτές την υψίφωνο Φωτεινή Σκαραμαγκά, τον τενόρο Αντώνη Δελένδα, τον βαρύτονο Γιάννη Αγγελόπουλο και τον βαθύφωνο Μιχάλη Βλαχόπουλο, η Σοφία Σπανούδη έγραψε στη Νέα Εστία (τ.82) τα εξής : «Η Διδώ του Λαυράγκα είναι κυριολεκτικώς η μουσική τραγωδία της μεγάλης αρχαϊκής πνοής που φιλοδόξησε να πραγματοποιήσει ένας Έλλην συνθέτης, θρεμμένος με κλασικόν μεγαλείον του παρελθόντος. Η μουσική του, μεγαλόστομη και πλατειά, αφομοιώνει στην εντέλεια την τραγική πνοή που διαγράφεται στις αρχαιόπρεπες σελίδες του λιμπρέττου του Πολύβιου Δημητρακόπουλου».
Κατά πάσα πιθανότητα αυτή ήταν και η τελευταία ολοκληρωμένη παρουσίαση του έργου σε αθηναϊκή σκηνή.105 χρόνια μετά από την πρεμιέρα της, η όπερα «Διδώ» παραμένει ανέκδοτη στο σύνολό της, και εκτός δισκογραφίας.

ΚΑΤΙΑ ΚΑΛΛΙΤΣΟΥΝΑΚΗ
Παραγωγός Τρίτου Προγράμματος

Αναδημοσίευση από: Η εφημερίδα της Ρίτσας Μασούρα